Новогреческий словарь
ψυχοσωτήριος
ψυχοσωτήρι|ος
рел.
душеспасительный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
душеспасительный
? —
ψυχοσωτήριος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψυχοσωτήριος
? — душеспасительный
#
(ново)греческий словарь
—
ουλτραμοντέρνος
—
στομαχιάζομαι
—
συνθέτης
—
αντικαθίσταμαι
—
αγύψωτος
—
έκκληση
—
ινδοκάλαμος
—
βαθύπλουτος
—
υγροποιούμαι
—
πώγων
—
ανεπίδεχτος
—
παμπόνηρος
—
στρατολόγος
—
αντιδικία
—
τυφώνας
—
αρραβωνιαστική
—
ορμητικότητα
—
ψηλά
—
επανορθωτικός
—
αντιλογήτικος
—
γερμανοθρεμμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве