Новогреческий словарь
κατανίκηση
κατανίκηση
(-εως) η
полная победа
(над кем-л.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полная победа
? —
κατανίκηση
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατανίκηση
? — полная победа
#
(ново)греческий словарь
—
στροφέας
—
ανακέφαλα
—
μηναίον
—
αρνησιδικία
—
θαμνοειδής
—
ύβωση
—
γαμίκουλας
—
ξεβλάσταρο
—
προανάκριση
—
γελάδι
—
ανάζερβη
—
σμιγάδι
—
επάχθεια
—
καλλωπίζομαι
—
τουλίπη
—
κάθουμαι
—
τρισμακάριστος
—
τσαχπινιά
—
υψηλός
—
γνησιότητα
—
απαδειάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве