Новогреческий словарь
αγιοταφίτικος
αγιοταφίτικ|ος
иерусалимский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иерусалимский
? —
αγιοταφίτικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγιοταφίτικος
? — иерусалимский
#
(ново)греческий словарь
—
οξείδωση
—
πολλάκις
—
βεβαιουμαι
—
παγκάρπιο
—
εκχώρηση
—
γουρλίδισσα
—
πορπατώ
—
κόντημα
—
εξώπορτα
—
θαυματουργώ
—
ακαλάμιαστος
—
συναλληλία
—
διαρρηγνύομαι
—
αφαλός
—
αυτοκοτάκριση
—
αρχαιομανία
—
αιγόκλημα
—
διόραση
—
αυγοκόβω
—
ελκωμα
—
νεογνολογία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве