Новогреческий словарь
πολιομυελιτικός
πολιομυελιτικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολιομυελιτικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανορμος
—
μεσολαβητής
—
ιδρυματισμός
—
μονογραφία
—
πυρορραγής
—
στρωμάτσο
—
ενί
—
ληνοπατητής
—
πρωτόπολη
—
ευχή
—
συνδιδακτικός
—
πεδιλοδρομία
—
ανόργανος
—
φύομαι
—
λεύτερος
—
φρεσκοκατεψυγμένος
—
ακροβολιστικός
—
αγριογούρουνο
—
καμπυλωτός
—
αλληλούια
—
έπειτα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве