|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συντριμμένος? — — μπακαλιάρος — φυτό — εναγωνίως — θρονιάζω — πτερούμαι — αμηνολόγητος — λουλούδισμα — μπιτόνι — ισχυρότερος — παπαδομάνι — μελοχροινούλα — αναστεναγμός — πιθανοκρατία — σταλίδωμα — ηρωολατρεία — αλκοολόμετρο — νομισματοσυλλέκτης — αμφίζυγος — δασότοπος — φωτογράφος — αποδιδόμενος |
|||