Новогреческий словарь
απονίπτομαι
απονίπτομαι
мыться, умываться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мыться
? —
απονίπτομαι
как на
(ново)греческом
будет слово
умываться
? —
απονίπτομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
απονίπτομαι
? — мыться, умываться
#
(ново)греческий словарь
—
σμηνίας
—
χαμαιφυής
—
ακτογραμμή
—
πρόστησις
—
δρομαίος
—
ξυλοτρύπανο
—
ωραιόπαθος
—
ροβολώ
—
μονιστής
—
εξέπεσα
—
εγγάστρωμα
—
καθιέρωση
—
αναρριχητικός
—
ανανθής
—
επιβλητικός
—
ασαστος
—
λεπρός
—
περίκλειστος
—
διάρμενο
—
αλχημιστικός
—
λεγεωνάριος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве