|
пятнадцатиднёвный, двухнедельный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пятнадцатиднёвный? — δεκαπενθήμερος как на (ново)греческом будет слово двухнедельный? — δεκαπενθήμερος как с (ново)греческого переводится слово δεκαπενθήμερος? — пятнадцатиднёвный, двухнедельный — κουραδάκι — εκλεκτικιστής — αλκή — αιολικός — αμομφος — λοχανοφάγος — κλεψιμιό — αφέλεια — δεντροφύτεμα — γυναικοθηρεία — ραδιογωνιομέτρηση — προξενεύω — διασκέλα — γαλαρία — λόγιον — ανθίζομαι — ρητίνωση — πλοϊμότητα — παρασημοφόρηση — λεβάντες — πανηγυρικός |
|||