|
индоевропейский; ~ές γλώσσες — индоевропейские языки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово индоевропейский? — ινδογερμανικός как с (ново)греческого переводится слово ινδογερμανικός? — индоевропейский — χρυσοφορω — διττογροφώ — δαφνώνας — μαργωσιάρης — επίκαυμα — ντοκουμεντάρισμα — αρτήρας — γκαγκάβα — πτεροφόρος — αμμοχαλικοστρωμένος — νομοτελεστικόν — μεζεκλού — Λονδρέζος — πληγιάζω — αλογονίδια — στομαχιάρικος — αργοβαδίζω — φαράκλα — θαλασσινός — αχυρόδεμα — απόγυρα |
|||