Новогреческий словарь
δανικά
δανικά
τα
датский язык
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
датский язык
? —
δανικά
как с
(ново)греческого
переводится слово
δανικά
? — датский язык
#
(ново)греческий словарь
—
άρνα
—
συννεφόκαψη
—
διανυκτέρευση
—
απομιμούμαι
—
ντρίτσα
—
κιτρινίλα
—
ηπατέλαιον
—
δεμένος
—
καλόγεννη
—
διαχωρισμένος
—
προστατευμένος
—
σχεδιοποίηση
—
αρχοντοπιάνομαι
—
αμουνούχιστος
—
καβαλλικεύω
—
συγκατατάσσομαι
—
πόρεψη
—
μετοίκιον
—
ντογρού
—
χαμαίμηλο
—
αγγειοσυστολή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве