|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρεφορμιστικά? — — ογκωνούμαι — ουγγαρέζικος — βομβαρδιστής — μακροχέρης — πλατανόφυλλο — καλάμη — αραμάθα — διάπυος — τραγόπαπας — δυσκαμψία — θερμοπηγή — γραβάδι — ελαφήσιος — αρτήρ — αναγυρίζω — αναλγητικό — κατοπινάρι — αιμοσταγής — υποδύτης — φουξίνη — ενεπάγην |
|||