|
ο евангелист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово евангелист? — ευαγγελιστής как с (ново)греческого переводится слово ευαγγελιστής? — евангелист — παραστάτης — αλίπαστος — τσαγκαρόσουβλο — λάμδα — αρτηριοπάθεια — κοσμηματοθήκη — κοτοπούλι — σαλαγή — ομοφυλόφιλος — γυμνούμαι — μειοδοτικός — τσιμπιδάκι — διακορευτικός — αυτοχειρίαση — φιγουράρω — σπήλιο — τζαμάς — ανακοίνωση — εργαλειακός — κώνειο — πορτοφολάς |
|||