|
ο грубость; бесчинство; хулиганство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово грубость? — τραμπουκισμός как на (ново)греческом будет слово бесчинство? — τραμπουκισμός как на (ново)греческом будет слово хулиганство? — τραμπουκισμός как с (ново)греческого переводится слово τραμπουκισμός? — грубость, бесчинство, хулиганство — γυμνός — αρματολικός — ημιφάτνωτος — λεπτοϋφής — ελκυστικός — λογχοπέλεκυς — αγοραίος — γναφαλώδης — μαντεύτρια — ξυλόσπιτο — ύμνηση — ναυτιλία — τηλεβολοστάσιο — άμεσα — πεσκίρι — ηλεκτρολύτης — περσικός — καλτσοβιομηχανία — φιλολογία — ψαλιδάρης — μελομανία |
|||