|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βιοπορίζομαι? — — αλαργεμένος — καθημερινότητα — διαχέω — ασυζήτητος — καταστρέφω — γλυκοφέγγω — φρουρώ — κατευθυντήριος — μεσονυχτίς — χιονοκρύσταλλος — προαναφλέγω — ανασχετικός — εξαέτιδα — κολύμβηση — διαζώστρα — καληνύχτα — σκηνογραφία — παραλαλάω — εγγλεζόπουλο — απροχώρητος — αχυρόπλεχτος |
|||