Новогреческий словарь
αρχικελευστής
αρχικελευστ|ής
ο мор.
мичман
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мичман
? —
αρχικελευστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρχικελευστής
? — мичман
#
(ново)греческий словарь
—
νούφαρο
—
γέμισμα
—
γαλατάς
—
τραύμα
—
μοσχοπουλάω
—
κτηνοτροφείο
—
τυπογραφικό
—
γαγγραίνωσις
—
σημάδεμα
—
θερμομετρογράφος
—
ξενία
—
ναι
—
βάλτος
—
ψευδός
—
φιξάρω
—
πιθήκειος
—
ελμινθόχορτον
—
λιθάρι
—
παραχώνομαι
—
πταισματοδίκης
—
νεοελληνιστί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве