Новогреческий словарь
τραυματιοφορέας
τραυματιοφορέας
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τραυματιοφορέας
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αντίσκομα
—
αλυσοειδής
—
τρεμουλιάζω
—
μανταρισμένος
—
γαϊδουρήσιος
—
εκποιούμαι
—
μισογινωμένος
—
γαρώνω
—
δεσποινιδούλα
—
δεκαεφτάχρονος
—
σταρένιος
—
σταχτόπαννο
—
ανακατωσούρης
—
αμμόγη
—
εξελκωτικός
—
αλυκή
—
σφυρώ
—
λακίζω
—
μαγέρικο
—
ποστάρω
—
εβραίϊκος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве