Новогреческий словарь
ευαισθητοποιημένος
ευαισθητοποιημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευαισθητοποιημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τανύζω
—
μεγαλόψυχος
—
πεπεισμένος
—
αναφέρσιμος
—
θυμωσιάρης
—
επιστομίζω
—
σοσιαλδημοκράτης
—
εξέβην
—
αμετάβολος
—
αστεροπληθής
—
σουμμάρω
—
γυαλίζομαι
—
διάγγελμα
—
μοναδολογία
—
σχιστώδης
—
λαγοπροβιά
—
βραχυκύκλωσις
—
παιδεύω
—
ορέγομαι
—
κόρη
—
αζητησία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве