Новогреческий словарь
φρικιό
φρικιό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
φρικιό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τελωνίς
—
άναμμα
—
αλανιάρα
—
νεοβιταλισμός
—
υδροστατικός
—
κατεδάφιση
—
λυσσικός
—
πολυόροφος
—
αναρτήρας
—
ξερρωγιάζω
—
μεταλλίτις
—
ολοταχώς
—
χιονισμένος
—
τσακίρης
—
συσκοτίζω
—
αγγελοβαρεμένος
—
παραφέντης
—
συσκοτισμός
—
ξενόφοβος
—
μαθητής
—
αντιπυροβόληση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве