Новогреческий словарь
αγαλματίτης
αγαλματίτης
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγαλματίτης
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ιατρική
—
κελαϊδισμός
—
πεντομερία
—
ρεκλαμαδόρα
—
χρυσοφόρος
—
καπναποθήκη
—
εγγονάκι
—
εδαφολογία
—
περιτοναϊκός
—
ασύνταχτος
—
αδέλφωση
—
νευρασθενικός
—
ελατότης
—
σιλανσιέ
—
μικροκλιματολογία
—
κανένας
—
τεχνουργία
—
φεγγαροβραδιά
—
αστέρας
—
αναγόρευση
—
δαφνηφόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве