|
η любовница; содержанка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово любовница? — αμορόζα как на (ново)греческом будет слово содержанка? — αμορόζα как с (ново)греческого переводится слово αμορόζα? — любовница, содержанка — κάτασπρος — κομίζω — στερρός — μπόϊ — άφτω — ρυμοτομικός — ενταφιάζω — σαλιάρισμα — δροσόλουστος — καπνοπωλείο — σιδηροδέσμιος — καμακιστής — ελληνορράπτης — ξέστρα — ακόρυφος — κοντοστέκω — κάρτο — απρόσδεκτος — ρείθρο — μίλτος — αμόλεφτος |
|||