|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δέλετρον? — — αντιδιαστολή — θεαματικότης — επίκαυμα — ντοκουμεντάρω — ηθικοποιώ — ασκάλευτος — επεβλήθην — ακριτοεπής — παρακείμενος — αριδίζω — συρματικός — αγγειογράφος — περιορισμένα — πυράδα — ξηροστομία — μυογράφημα — λαχανοντολμάς — εξαστισμός — λιγογράμματος — πάραυτα — δυσφημώ |
|||