Новогреческий словарь
άρα-κατάρα
άρα-κατάρα
η :
αρα-κατάρα νάχεις — [phrase]будь трижды проклят(а)![/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
άρα-κατάρα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
θεμιστοπόλος
—
βουτάω
—
επινόηση
—
κάτωχρος
—
δαμαστήριος
—
καρκαδιάζω
—
δραματουργία
—
κιρροειδής
—
τσιφλικούχος
—
καρφίτσα
—
εκκλησιάρης
—
ραδιοπομπός
—
ακρίβια
—
υπερτίμηση
—
μαντατούρα
—
επιστήριγμα
—
παρενθήκη
—
αστρικός
—
καλώ
—
σόγκραση
—
καλαποδάς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве