Новогреческий словарь
καμπυλογράφος
καμπυλογράφ|ος
ο
лекало
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лекало
? —
καμπυλογράφος
как с
(ново)греческого
переводится слово
καμπυλογράφος
? — лекало
#
(ново)греческий словарь
—
θειαφώνω
—
βίωμα
—
εξαετής
—
επιστρέφομαι
—
σαχλαμπούχλας
—
καλντερίμι
—
υφεκατόμετρο
—
κσλαμιώνας
—
στρίγγλα
—
αγουρομαζωμένος
—
πέζο
—
βαφτιστής
—
στραβοκάνης
—
ινδοευρωπαϊκός
—
σαβουρώνω
—
άσωστος
—
βρώμι
—
συρματοποίησις
—
ξεφάντωση
—
μαγνητογράφος
—
ποζιτιβιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве