Новогреческий словарь
δημοσυντήρητος
δημοσυντήρητ|ος
содержащийся на средства дима
, общины
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
содержащийся на средства дима
? —
δημοσυντήρητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
δημοσυντήρητος
? — содержащийся на средства дима
#
(ново)греческий словарь
—
γυψοκονίαμα
—
λανθάνω
—
λιποθύμισμα
—
ηλεκτρομαγνήτης
—
απολιθώνομαι
—
επόχλευση
—
αναδώνω
—
βράχια
—
υπερηχογράφος
—
κοσμογόνος
—
ποδοκροτώ
—
αλειμματώδης
—
βρωματολογία
—
ασημύς
—
επισυνημμένως
—
ιατροσονέδριο
—
πολύπτυχος
—
βαρελοσανίδα
—
κουαρτέττο
—
ακροπόδιον
—
επιχωμάτωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве