|
шофёр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шофёр? — σωφέρ как с (ново)греческого переводится слово σωφέρ? — шофёр — αλμοδοχείο — βυθοσκόπηση — ερανιστικός — παυσανίας — μαρτυριάτικο — εχθροπάθεια — αφήκα — προεκροή — προαναγγέλλω — φιγουρίνι — σωσίβιο — φυσέκι — υπομόχλιο — ανακεφαλαίωση — παραδαρμός — μύλα — κερδισμένος — βολλεϋ-μπώλλ — πυρηνόλαδο — φουρκίζω — επιξέω |
|||