Новогреческий словарь
ολπίζω
ολπίζω
надеяться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
надеяться
? —
ολπίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ολπίζω
? — надеяться
#
(ново)греческий словарь
—
χαζογελώ
—
θρεψερός
—
συνοικιακός
—
αναδένω
—
κουβούκλιο
—
πλατυκέρατος
—
σημείον
—
βαφτιστίκια
—
ροδοπέταλο
—
στερεοχημεία
—
κονσερβαρίζω
—
ανέχεια
—
ξενόφιλος
—
κεφαλοδεμένος
—
ασυμπέραντος
—
αντίδωρο
—
κελάρης
—
μαντιλάκι
—
τσιγγάνος
—
καλτσοποιία
—
σκοτεινάδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве