|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βλαχόπουλο? — — αδιατάρακτος — κοκκορόμυαλος — θεαματικότης — περιττολογώ — φιδοπουκάμισο — αμάθεια — κάμερα — αντικαταστατός — τσατίζω — ευλογιάρης — απολέπτυνση — αναδυόμενος — ανδροπρεπής — ανκορά — εξαμηνία — νεκροψία — χαραγμένος — προστήθιος — μικροφάγα — γογγύζω — καλοφκιαγμένος |
|||