|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αβέλτερος? — — εμμηνορρυσία — απαντικρύ — χιονοδρόμιο — εβίβα — παραχορεύω — τσιγγούνικος — δασοτέχνης — χαντάκωμα — εξώπορτα — πληρωτής — ζυγώνω — υμνολογία — παραβίωση — αρμεγάρης — επέταξα — γυναικίστικος — ζεύγος — έλος — ιδιοποιούμαι — κτείνω — αρχοντοχωριάτης |
|||