|
το дождевик (гриб) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дождевик? — αλεποπούρδι как с (ново)греческого переводится слово αλεποπούρδι? — дождевик — γλυτώνω — ρητινέλαιο — αναπεπταμένος — πυροτεχνουργία — ρέψιμο — οδοστρωτήρας — εύγε — αρχάριος — ερματίζω — ακτογραμμή — υπερφεγγάρι — εγωπαθής — ερωτόκαστρο — ζήτω — καταγράφω — γύρα — — ογδοντάρα — ασβολώδης — κεφαλιάτικο — αγνώμων |
|||