Новогреческий словарь
ασυστολή
ασυστολή
η мед.
асистолия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
асистолия
? —
ασυστολή
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασυστολή
? — асистолия
#
(ново)греческий словарь
—
άσειστος
—
γλυκοσφίγγω
—
ανδραγαθίζομαι
—
σπαθόχορτο
—
μεταξωσέντονο
—
παρασούσουμος
—
πρόλογος
—
ισώνω
—
μαντατεύω
—
βραχυκατάληκτος
—
φερέγγυος
—
τρικυμίζω
—
χοντραίνω
—
τζάκα
—
στιχοποιία
—
λιπανάβατος
—
δωδεκαήμερο
—
αμοίραγος
—
εκνευρίζω
—
θηλαστικό
—
δαχτυλογράφος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве