Новогреческий словарь
τραβέλι
τραβέλι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τραβέλι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αμούστακος
—
καίριος
—
πετρελαιοπαραγωγός
—
κάρυνος
—
καλόπιοτος
—
τρυγητής
—
αλμανάχ
—
ξυλοσκίστης
—
ασύμπηκτος
—
αποσήπομαι
—
εικοσάχρονος
—
κατάδειξη
—
καυλώνω
—
ανύδρευτος
—
δυσβάστακτα
—
αγουρίδι
—
κρεβατόστρωση
—
Κυρά
—
εμπρόθεσμος
—
συμπάσχω
—
φακιδιάρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве