Новогреческий словарь
που
που
Который, которая, который
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
που
? —
#
(ново)греческий словарь
—
άκοπα
—
ιππόδρομος
—
βυθομέτρηση
—
πετρογένεση
—
συρίγγωση
—
λεγάτος
—
στριγγίζω
—
ετεροτροφία
—
καστανέων
—
πτύω
—
συμπεθεριάσματα
—
ντεμπραγιάζ
—
χιτλερισμός
—
εξεταστήριο
—
ψαράδικος
—
Ινδονήσιος
—
γλυκύλαλος
—
κατατοπίζω
—
στρυχνίνη
—
γυναικόδουλος
—
απεργοσπαστικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве