|
η поле(__,__) очищенное от камней #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово поле, очищенное от камней? — απολιθιά как с (ново)греческого переводится слово απολιθιά? — поле, очищенное от камней — αξεδιάντροπος — ολιγοψυχώ — χάρισμα — έξαφνα — συλλειτουργός — ξελαίμιασμα — απολεστικός — καθάριος — ωτοκόπωση — βρεττανικός — μασχάλη — σαπρότητα — αναισθησιολόγος — εσώτερον — κολύμβηση — ανταμείβομαι — σιροπιαστός — αιδώς — ελαιέμπορος — μεταφυτεύω — έμμορφος |
|||