Новогреческий словарь
αμνίον
αμνίον
το анат.
амнион
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
амнион
? —
αμνίον
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμνίον
? — амнион
#
(ново)греческий словарь
—
πέταλο
—
εξουσίαση
—
γιορτολόγιο
—
αγγειορραγία
—
τουρκόφιλος
—
παραδεκτός
—
συνέπαθον
—
εκλεκτικίστρια
—
διαλεγμένος
—
καταποδιαστός
—
κορακάτος
—
σπαρτοπλεκτική
—
δημαρχώ
—
συνδιαλλάσσομαι
—
κατατομή
—
μαχιμότητα
—
σχοινόπλεκτος
—
πλεχτός
—
κυμάτισμα
—
πλόσκα
—
εύπιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве