|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ατόφια? — — ξεμαλλιασμένος — αντικοτώ — συνωμότης — λάμπος — εντράτα — μοσχοκαρύα — ευερέθιστος — έστω — χρωματογραφώ — κομμίωση — δόκτορας — εξεταστήριο — συλλαβίζω — δοντοκάρα — εναποθέτω — προβληθείς — αβρώς — γίκος — λιπαντικό — συρίγγιο — μνηστευμένος |
|||