|
ο трамвай #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово трамвай? — τροχιόδρομος как с (ново)греческого переводится слово τροχιόδρομος? — трамвай — μπαγιονέττα — ἱερακάρης — αστέριωτος — εκπολιορκώ — απομιμητικός — ορφανός — συμμαχία — κλίμα — αποθηλάζω — κροντήρι — αστρονόμος — ανεμοστοιβή — αποξήρανση — ερεβινθοειδής — συνοφρύωσις — ασυνάρτητο — κρασίλα — αμεταγλώττιστος — λειβαδήσιος — δυσθεράπευτος — αλλοτριολογώ |
|||