Новогреческий словарь
παρεπίτροπος
παρεπίτροπ|ος
ο юр.
помощник комиссара
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
помощник комиссара
? —
παρεπίτροπος
как с
(ново)греческого
переводится слово
παρεπίτροπος
? — помощник комиссара
#
(ново)греческий словарь
—
κόσκινο
—
υδρολήπτης
—
ελαιοχρωματιστής
—
αρμοση
—
φιλοαριστερός
—
άχαρος
—
περνώ
—
σουρλουλού
—
κούφος
—
αλεξίπυρον
—
αποκρεμιέμαι
—
αδικαίωτος
—
μάντης
—
τρελάδικο
—
αμαξοποιία
—
καθαρογλωσσία
—
κακόγεννη
—
πασιέντσα
—
ακρόστυλον
—
φεγγαρομαγουλάτος
—
αργοπορία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве