|
η единственная дочь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово единственная дочь? — μονοθυγατέρα как с (ново)греческого переводится слово μονοθυγατέρα? — единственная дочь — συνωμοσιολόγος — σωματικός — αδεμάτιαστος — λαβωμένος — νεκρανάσταση — οθενδήποτε — αντρόγυνο — αριουλός — επήλθα — φαυλότητα — προνοητικός — βλασταρώνω — πυρόπετρα — ευποίητος — δυόσμος — τηλεγραφικός — δημεγέρτης — υετόμετρον — ανθυπίατρος — εύστροφος — ολιγόπιστος |
|||