Новогреческий словарь
μοναχιάζομαι
μοναχιάζομαι
уединяться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
уединяться
? —
μοναχιάζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
μοναχιάζομαι
? — уединяться
#
(ново)греческий словарь
—
ιπποφαγία
—
λιποθυμικός
—
κεντηματιά
—
κόκ
—
αειμακάριστος
—
πεντακισχίλιοι
—
φιλοτιμώ
—
ανθολογικός
—
μοριόγραμμον
—
χορταριάζω
—
καταδεκτικός
—
ψιλογραφία
—
πελεκίζω
—
σάρωθρο
—
λοκάουτ
—
αγδίκητος
—
ακλήρως
—
περιπολάρχης
—
οξύληκτος
—
βγάλσιμο
—
καπότα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве