Новогреческий словарь
μιμητικότητα
μιμητικότητα
η 1)
подражательность
;
2) биол.
мимикрия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подражательность
? —
μιμητικότητα
как на
(ново)греческом
будет слово
мимикрия
? —
μιμητικότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
μιμητικότητα
? — подражательность, мимикрия
#
(ново)греческий словарь
—
κυλόττα
—
εφήβαιον
—
μηλιά
—
συσσιτιάρχης
—
ανταρεύω
—
χαλκοτυπία
—
θερμορρυθμιστής
—
αφθονώ
—
καρσιλαμάς
—
κατσίβελος
—
σαρμαδάκι
—
συνταραχτικός
—
δεκεμβριάτικος
—
γονδολιέρης
—
ανεμομάζωμα
—
σαρακιάζω
—
συνεκφώνηση
—
σπάραγμα
—
αδενοκαρκίνωμα
—
κουρμάς
—
αρύλογος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве