Новогреческий словарь
αποστακτικός
αποστακτικός
перегонный, дистилляционный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
перегонный
? —
αποστακτικός
как на
(ново)греческом
будет слово
дистилляционный
? —
αποστακτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποστακτικός
? — перегонный, дистилляционный
#
(ново)греческий словарь
—
Γιουγκοσλαβία
—
διάσελα
—
μοργανατικός
—
χτυπιέμαι
—
βουλευτικό
—
ατροφικός
—
χρηματιστική
—
σεμιγδαλένιος
—
ολοκληρωτικότητα
—
νεκρολάτρης
—
δασονομείο
—
ακαταλληλότητα
—
έσο
—
πισωδρόμισμα
—
αγνωστοποίητος
—
ελλειμματικά
—
ατμοκλίβανος
—
ζωοφιλία
—
χρεωλυτικώς
—
γυφτιά
—
πνίγομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве