|
η 1) бедняга #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бедняга? — ερίφισσα как с (ново)греческого переводится слово ερίφισσα? — бедняга — διασκεδαστικά — απολάω — λειβάδι — παπιόν — καφωδείο — καθεκλοποιείο — αποκόβω — βάρον — ανυπόδητος — πάλλευκος — άλσος — δευτεραγωνιστής — προσμένω — κουρέλι — πτηνοπώλης — γαμπριλίκι — αγκύλωση — Μασσαλιώτιδα — φτώχια — κρυψώνας — φοριέμαι |
|||