Новогреческий словарь
φαλαινοθήρας
φαλαινοθήρας
ο
китобой
(человек)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
китобой
? —
φαλαινοθήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
φαλαινοθήρας
? — китобой
#
(ново)греческий словарь
—
μονοτυπικός
—
τοιχόχαρτο
—
αναδιφώ
—
ανακουφισμός
—
περιπάτημα
—
χρηματιστηριακός
—
εδωκάτω
—
βραχίων
—
αλαργινά
—
μόνιασμα
—
ευδοκίμηση
—
αγγλομάθεια
—
επείγω
—
ιδιόκλιτος
—
κύκλωση
—
ομοιοπαθητική
—
ενάερος
—
ουρογεννητικός
—
γρυλλίζω
—
αστείος
—
γύφταρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве