Новогреческий словарь
εμπληρώνω
εμπληρώνω
наполнять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
наполнять
? —
εμπληρώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμπληρώνω
? — наполнять
#
(ново)греческий словарь
—
προσκεφάλι
—
γαλιάντρα
—
ρήξη
—
γωνιακός
—
γεννητάτος
—
υγρόληχτος
—
υπαπαντή
—
κοινοβιότητα
—
αφέψηση
—
πολυλογία
—
υδατοπέδιο
—
φαρμακείο
—
ακάθαρτος
—
Μαυροβούνιο
—
εμποροπάζαρο
—
ξαρμυραίνω
—
διακρίβωση
—
κεκτημένος
—
ζυμάζη
—
ημιοικότροφο
—
δικολόγος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве