Новогреческий словарь
δικογραφία
δικογραφία
η
судебная документация
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
судебная документация
? —
δικογραφία
как с
(ново)греческого
переводится слово
δικογραφία
? — судебная документация
#
(ново)греческий словарь
—
γεννητάτο
—
κλώση
—
στεμφυλόπνευμα
—
μελισταγής
—
κόλληση
—
κρυστάλλουργείο
—
εκκλησιά
—
ιππηλασία
—
ανάστα
—
τεκμήριο
—
προορίζομαι
—
εφαπλωματοποιείον
—
ωτοπάθεια
—
Κοκκινοσκουφίτσα
—
γκίζω
—
εγγράφομαι
—
αψυώνω
—
κατακόβω
—
μακαρονικός
—
αρμέγκα
—
αγγελοκρουσμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве