|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αιγυπτιακά? — — ζευλόλουρο — λινόδετος — λεπτομερής — δήλιος — αρμονικότητα — επιδαψιλεύω — γλεντάκι — αποβολή — αρτιβαφής — αεροηλιοθεραπεία — διαρροή — αυτοθετικός — αυτοεξορία — μεταδόσιμος — ζωώδης — γαμήλιος — πλυντικός — σκαλοπόδαρο — ρολάρω — καλαμοκάνισσα — υδροτεχνική |
|||