|
на ощупь, ощупью #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово на ощупь? — πασπατευτά как на (ново)греческом будет слово ощупью? — πασπατευτά как с (ново)греческого переводится слово πασπατευτά? — на ощупь, ощупью — ανοθεύτως — παιδοχειρουργική — επίπλασις — αμάρευμα — κατοικητήριον — ατράχτι — σελήνη — αστρονόμος — πτυάριον — πασχαλινός — μεγαλειοτάτη — τσόντα — απρόσδεκτος — βυθίζομαι — εξελέγξιμος — εξασκώ — ομολογιακός — δημοκρατίζω — ημισκιά — φυσερό — υπέροχος |
|||