Новогреческий словарь
μπανάκι
μπανάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μπανάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αβατσίνωτος
—
αναγεννητικός
—
ήτοι
—
καινοτομώ
—
υπερμικροσκόπιο
—
φανταγμένος
—
αθερμικός
—
καρδιογράφημα
—
φυγόμαχος
—
κλιματολογικός
—
κακουργία
—
χρυσάφι
—
μονόδραχμος
—
εψητός
—
πλατυμέτωπος
—
αποικιακά
—
αποδημώ
—
μετονομασία
—
μονοτυπικός
—
παραδειγματικώς
—
υποχώρηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве