Новогреческий словарь
αναρρόφημα
αναρρόφημα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναρρόφημα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ξεκινάω
—
εβδομηκονταετηρίδα
—
κοινοβιακός
—
βλακίζω
—
άμαχος
—
σπονδύλωση
—
σουρμές
—
ιχθυολαχανοπώλης
—
αμυλοποιείο
—
εκβράζω
—
σελλώνω
—
απεικονίζω
—
εδωκάτω
—
ζερνεκαδές
—
ψευτοπερνώ
—
χρονόμετρο
—
εκμεταλλευτικός
—
ακαταπάτητος
—
πετάω
—
μοιρολόγι
—
ἀναλωθείς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве