Новогреческий словарь
αιγύπτιος
αιγύπτιος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αιγύπτιος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συνταραχτικός
—
αργύρωση
—
επιτείχιση
—
σπαγγοραμμένος
—
επτακοσιάκις
—
κινητοποιώ
—
διαπνοή
—
κόθρος
—
ηλιαχτίδα
—
μοσχαράκι
—
περισπώμαι
—
εργαλείο
—
εγκλίνω
—
ανακουφιστικός
—
διέρεισμα
—
πατέρα
—
κόκκα
—
ομότυπος
—
βελέσι
—
εκκλίνω
—
παλαιοκομματικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве