Новогреческий словарь
ευμορφογοναίκα
ευμορφογοναίκα
η
красавица, красивая женщина
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
красавица
? —
ευμορφογοναίκα
как на
(ново)греческом
будет слово
красивая женщина
? —
ευμορφογοναίκα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευμορφογοναίκα
? — красавица, красивая женщина
#
(ново)греческий словарь
—
κεκανονισμένος
—
γάλλισσα
—
παραμάγειρος
—
λουσάτος
—
μοντάρισμα
—
οστρακόδερμα
—
αβανταδόρισσα
—
προφυλακτικό
—
μαέστρος
—
γλαυκότητα
—
προσονάχωμα
—
ψυλλιάζω
—
κουρτίνα
—
βαμβακόψειρα
—
διαμέτρηση
—
συμπλέκομαι
—
ιουδαϊσμός
—
αδιαιρετότης
—
υδρώπικας
—
απαιτητής
—
ένδοσις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве